Δεν είναι παρά μόνο μαύρα σημαδάκια στο χαρτί
Ίχνη που άγνωστο αν οδηγούν σε μένα
Αλλά συνάζονται και συνωστίζονται, διεκδικούν το χώρο μου
Δε μου αφήνουνε λευκό
Κι επαίρονται αναίσχυντα «εμείς γραφτήκαμε,
θα μείνουμε. Εσύ έζησες, πέθανες, πέθανες».
Έ όχι και όχι….. μού ‘ρχεται να τα καταραστώ
(να μείνετε, νε μείνετε εσαεί στη γέενα της γραφής
Και να μην έχει ο παιδεμός σας τελειωμό
Να σπαρταράτε σε κειμενικά δίχτυα και να ξεσκίζεστε
Απ’ τα τσιγκέλια των γραφίδων
Να πετσοκόβεστε σε χειρουργεία παραναγνώσεων
Πολύποδες να βγαίνουν απ’ τα σύμφωνά σας
Και φλύκταινες να σκαν τα φωνήεντά σας
Λήθη για σας να μην υπάρχει αλλά αιώνια αναπαραγωγή
Σε μνήμες ηλεκτρονικές
Ατέλειωτο μαρτύριο αθανασίας….) να τα καταραστώ…
Αλλά κλάμα μου κι αυτά δεν είναι;
If we would weep words….
Όμως τώρα το πρόβλημα είναι ακριβώς ότι κλαίμε λέξεις
Και δεν κλαίμε δάκρυα
Α, δάκρυα, που είστε δάκρυά μου…
Διαπεράστε τα έγκατα πετρώματα αναβλύστε
σαρώστε αυτά τα μυγοχέσματα απ’ τα μάτια μου
και κάντε μου ξανά το κλάμα κλάμα
(Βύρωνα Λεοντάρη - «Εκτός»)
Αναρωτιέμαι αν θα πρέπει να βρίσκω δανεικά λόγια να γράφω πιά εδώ.
Και δανεικό ή κλεμμένο χρόνο;
Μήπως να βάζω μόνο μουσικές; Ή να γράφω μόνο για μουσικές; Αν μη τι άλλο είναι αυτό το οποίο αγαπώ πιο πολύ, κι αυτό γι ατο οποίο μπορώ να γράφω χωρίς πολλή σκέψη.
Μα, ο χρόνος; Ο χρόνος; Αυτό το ‘φλερτ’ με το ραδιόφωνο μου έχει κάνει ολοκληρωτική κατάληψη πιά… πρέπει να ακούω, να αγοράζω, να ψάχνω, να στήνω, στο πολλαπλάσιο του ρυθμού που ακολουθούσα μέχρι τώρα.
Αλλά μ’ αρέσει. Μ’ αρέσει αυτό το ταξίδι που με παίρνει από τα βουνά του Κολοράντο και με φτάνει πίσω στο Μεγάλο Νησί και την Γηραιά Ήπειρο, περνώντας απ’ το Νεπάλ, την Ταϊβάν και την Αυστραλία….
Θα του παραδοθώ ολοκλητωτικά πλέον, το πήρα απόφαση.
Αλλά θ’ αφήνω κι αυτά τα μικρά μαύρα σημαδάκια εδώ, που και που….
Γιατί έχω ένα πολύ σοβαρό λόγο πλέον να το κάνω, και να τα διαβάζουμε κάποτε μαζί, με σένα που ακόμα δεν έχεις υπάρξει πραγματικά και να μου λές, «μα καλά, πόσο weirdo είσαι, πόσο;»