Η φύση αυτής της ανατολίτικης αισθητικής στις τέχνες και στην καθημερινότητα, η φύση αυτής της ομορφιάς είναι αυτή των σκιών και του ομιχλώδους, ο όρος γέννησης και ύπαρξής της είναι το σκοτάδι και η ασάφεια, μια ομορφιά που είναι τέτοια γιατί είναι κρυμμένη, και αμυδρή, μισοϊδωμένη σαν μέσα σε όνειρο, αντίθετα με το αντικείμενο της δυτικής ομορφιάς που πρέπει πριν παραδοθεί στη θέα να στιλβωθεί και να φωτιστεί ολοκληρωτικά γιατί μόνον έτσι θα αναδειχθεί σε όλη του τη δόξα.

Junichiro Tanizaki



20.6.18

Τετερίκος




Δεν νομίζω να θυμάται κανείς πιά στην Ερέτρια τον Τετερίκο, όπως και δεν νομίζω να θυμάται κανείς τον Προκόπη. Στα τέλη της δεκαετίας του 60 ή, ίσως και στις αρχές των πολυχαϊδεμένων σέβεντις όλα είχαν ένα παράξενο όνομα καθόλου εκζότικ, και καθόλου αρχαΐζον. Τα κορίτσια δεν τα βαφτίζαν Ιόλη και Νεφέλη αλλά τους έδιναν χαϊδευτικά όπως Νίτσα, Ρούλα και τ' αγόρια ήταν απλά ο Λάκης ή ο Λευτέρης, κανένας Ερμής ή Αρίων δε φώναξε ποτέ φτου ξελευτερία, κι ο Τετερίκος δεν ήταν παρά μια βάρκα ξύλινη, που τους χειμώνες την ξάσπριζε ο αέρας κάτω απ' τον ευκάλυπτο και την άνοιξη την ανάσταινε ο θείος Τετές, για να μάθουν κουπί "τα παιδιά", αγόρια και κορίτσια, τα κορίτσια στο σόϊ ήταν όλα αγοροκόριτσα, αυτό πρέπει να καταγραφεί τώρα που πιά ένα κορίτσι δεν υπάρχει γύρω μας - όλες σχεδόν αγορομάννες και αγορογιαγιάδες έγιναν και λαχταράνε να πλέξουν μια κοτσίδα αλλά φευ - αγοροκόριτσα λοιπόν κι αυτή, έμαθε κουπί στον Τετερίκο πολύ πριν τον ΕΝΟΑ,  με το μαλλί αγριεμένο απ την αλμύρα που από τότε της άρεσε να την γλύφει απ τα μαυρισμένα της μπράτσα, έμαθε να παγιδεύει τις γαρίδες στα βραχάκια με τα χέρια της και να τις τρώει ωμές,  να βουτάει για κυδώνια, αλλά σιχαινόταν τις φούσκες και νομίζω κάθε λογικός άνθρωπος πρέπει να σιχαίνεται τις φούσκες και, όσο σιχαινόταν τις φούσκες σιχαινόταν και το καρπούζι, αλλά κάθε μεσημέρι ευλαβικά μάζευε όλες τις καρπουζόφλουδες - ναι, στα σέβεντις μετά το φαγητό ο κόσμος έτρωγε καρπούζι κι όχι τιραμισού - και τις πήγαινε στον Προκόπη που δεν ήταν άλλος από τον λατρεμένο  της γαϊδαράκο, ιδιοκτησία του θείου Τετέ, ενίοτε εκτελών (ο Προκόπης) και χρέη πόνυ στην διαδρομή Ερέτρια Πλακάκια, λατρεμένος και τυλιγμένος με ένα σύννεφο μελαγχολίας διότι είχε προηγηθεί η ανάγνωση των απομνημονευμάτων ενός γαϊδάρου-συμπρωταγωνιστής ένας σκύλος ονόματι Μέντορ και η μικρή Ταταμπού είχε αδυναμία στα ζώα από τότε, ναι, Ταταμπού θα μπορούσε να λεγόταν αν και νομίζω ότι το τέλος της θα είναι μάλλον σαν της Περιμπανούς



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου